Η δύναμη της αγάπης: αντιμετωπίζοντας την ασθένεια με φροντίδα και τρυφερότητα
Μαρία Ρόζα
Ηλικία: 69
Το αίσθημα τρυφερότητας που μου προκάλεσε και που προσπάθησα να έχω μαζί της είναι αυτό που κυριαρχεί μέσα μου.
Εικόνα της Orna από το Pixabay
Ποιο άτομο φροντίζετε; Για πόσο καιρό;
Φρόντιζα τη μητέρα μου για τρία χρόνια.
Άρχισε να παρουσιάζει σημάδια δυσκολίας στη διαχείριση της αυτονομίας της και δυσκολευόταν να θυμηθεί πράγματα. Άρχισε να χάνεται σε μέρη που συνήθιζε να πηγαίνει. Δεν μπορούσε πλέον να προσανατολιστεί. Έχασε και τα ιατρικά της αρχεία.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την έλευση της πανδημίας: δεν θυμόταν ότι έπρεπε να βγει έξω και δεν είχε καθόλου επίγνωση του κινδύνου που μπορεί να διέτρεχε.
Μιλήστε μου λίγο για τον εαυτό σας: πώς κυλούν οι μέρες σας, πώς συμπίπτει η εργασία φροντίδας με τις άλλες δραστηριότητες της ζωής σας, όπως η εργασία, η οικογένεια και τα ενδιαφέροντά σας;
Υπήρξε μια εξέλιξη στην κατάστασή της: στην αρχή ήταν θέμα υποστήριξης και συνοδείας της σε κάποιες συγκεκριμένες περιστάσεις. Σταδιακά, η κατάστασή της επιδεινώθηκε. Άρχισα να πηγαίνω καθημερινά στο σπίτι της όπου περνούσα 3-4 ώρες μαζί της. Αργότερα, άρχισα να κοιμάμαι και τα βράδια στο σπίτι της.
Περνούσα μεγάλα χρονικά διαστήματα μαζί της κάνοντας βάρδιες με τα αδέλφια μου. Τότε, έκρινα απαραίτητο να συμπληρώσω τη φροντίδα με μια εξωτερική βοήθεια για λίγες ώρες, αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο να το δεχτεί η μητέρα μου. Στη συνέχεια χρειάστηκε να προσλάβουμε έναν/μια οικιακό/-κή φροντιστή/-στρια, κάτι που η μητέρα μου δεν μπορούσε να δεχτεί. Επιπλέον, όλα αυτά σήμαιναν ότι έπρεπε να επιβλέπω και να καθοδηγώ αυτούς τους ανθρώπους και αυτό ήταν πολύ κουραστικό για μένα.
Αλλάξαμε εννέα οικιακούς/-κές φροντιστές/-στριες, επειδή αποφάσισαν να παραιτηθούν από τη θέση τους ή επειδή η μητέρα μου δεν τους/τις δεχόταν. Αυτή η διαχείριση της φροντίδας της μητέρας μου επηρέασε σίγουρα τη σχέση μου με την οικογένειά μου, καθώς είχα πολύ λιγότερο χρόνο. Και επίσης, στη διαχείριση του ελεύθερου χρόνου μου, μείωσα δραστικά τον χρόνο που αφιέρωνα στα χόμπι μου και στον εθελοντισμό.
Ποιες είναι οι κύριες δυσκολίες που αντιμετωπίζετε;
Η αρχική κατηγορηματική άρνηση της μητέρας μου να χάσει την αυτονομία της ξεκίνησε με το να σταματήσει να οδηγεί και να παίρνει μόνη της τα φάρμακά της και συνεχίστηκε με το να τη βοηθώ στην προσωπική της υγιεινή. Έπειτα, λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπιζε ξεσπούσε τα νεύρα της πάνω μου, έδειχνε συχνά άρνηση προς εμένα και εκδηλωνόταν με λεκτικό και μερικές φορές με σωματικό θυμό.
Μια άλλη μεγάλη δυσκολία ήταν να δεχτεί ένα ξένο άτομο να τη φροντίζει. Είχε και στιγμές επιθετικότητας με τους/τις οικιακούς/-κές φροντιστές/-στριες. Έτσι, δεν ήμουν ήρεμη. Ακόμη, το γεγονός ότι η μνήμη της σταδιακά χανόταν, με κούραζε, δηλ. την άκουγα να επαναλαμβάνει συχνά τα ίδια πράγματα, ή το ότι δεν θυμόταν ότι δεν μπορούσε να κάνει ορισμένα πράγματα μόνη της και επομένως, δεν μπορούσε να κατανοήσει ότι βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση.
Επιπλέον, η κατάστασή της διαταράσσει ορισμένες καθημερινές και οικείες καταστάσεις κάνοντάς την μερικές φορές να πιστεύει ότι θέλουμε να την βλάψουμε ή να τη σκοτώσουμε.
Πώς προσπαθείτε να τις αντιμετωπίσετε;
Η βοήθεια που της παρείχαμε με τα αδέλφια μου και η υποστήριξη από τον σύζυγό μου ήταν ζωτικής σημασίας. Ασφαλώς, η αγάπη μου για εκείνη μου έδινε δύναμη · με κάθε αλλαγή της ασθένειας, τα πάντα έπρεπε να αναδιοργανωθούν, αλλά ένιωθα ότι είχα τη δύναμη να ανταπεξέλθω λόγω του πόσο πολύ την αγαπούσα και πόσο σημαντικό ήταν να τη φροντίζω.
Παράλληλα, μου έδιναν ενέργεια μερικές στιγμές τρυφερότητας, κατανόησης και βαθιάς εγγύτητας με τη μητέρα μου. Φαινόταν ότι είχα χάσει τόσα πολλά, αλλά ήταν μια πρόκληση που μου άρεσε, ήθελα να κάνω ό,τι καλύτερο μπορούσα για να αξιοποιήσω στο έπακρο τον χρόνο που της είχε απομείνει.
Αισθάνεστε διακρίσεις ή προκαταλήψεις ως φροντίστρια;
Όταν βρισκόμουν σε κρίση, συχνά ένιωθα ότι οι γύρω μου δεν με καταλάβαιναν και δεν κατανοούσαν αυτό που βίωνα και ένιωθα. Ένιωθα ότι ήταν δεδομένο ότι ήμουν η μόνη που έπρεπε να φροντίζει τη μητέρα μου και ότι ήταν η πλήρης και κύρια ευθύνη μου.
Μερικές φορές ένιωθα ενοχές, επειδή δεν ήμουν σε θέση να χειριστώ ορισμένες καταστάσεις. Ένιωθα λίγη ενσυναίσθηση εκείνες τις στιγμές. Στη συνέχεια, συνειδητοποίησα ότι πολλοί άνθρωποι που βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση ένιωθαν το ίδιο με μένα και μιλώντας γι’ αυτό με άλλους ανθρώπους συνειδητοποιείς ότι δεν είσαι ο μόνος και ότι δεν είσαι μόνος.
Αν ναι, πώς σας κάνουν να αισθάνεστε;
Εκείνες τις στιγμές ένιωθα ότι ήθελα να τα παρατήσω όλα. Νομίζω όμως ότι το κίνητρο πίσω από αυτό, δηλαδή η αγάπη για τη μητέρα μου, με έκανε να αντέξω.
Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να γνωρίζουν όσοι/-σες δεν είναι φροντιστές/-στριες;
Ένα άτομο με άνοια πρέπει να αντιμετωπίζεται με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Το δίκτυο σχέσεων γύρω από αυτό το άτομο είναι πολύ σημαντικό. Όπως ακριβώς δίνεται μεγάλη προσοχή στην παιδική ηλικία, η ίδια προσοχή πρέπει να δίνεται και στα άτομα που οδεύουν στο τέλος της ζωής τους.
Οι νεότερες γενιές θα πρέπει να καλλιεργήσουν την ευγνωμοσύνη, τη φροντίδα, τον σεβασμό και την αξιοπρέπεια για αυτούς τους ανθρώπους. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα άτομα με άνοια δεν είναι απλώς άτομα που είναι άρρωστα, αλλά πάνω απ’ όλα είναι άνθρωποι.